Τετάρτη 30 Μαΐου 2012

Άσχημες σκέψεις


Άσχημες σκέψεις

«Δεν ξέρω αν θα στείλω ποτέ αυτό το γράμμα, αν θα το διαβάσει κανείς άλλος εκτός από εμένα, πάντως για να το γράφω σημαίνει ότι θέλω να το διαβάσουν. Μήπως καταλάβουν ό,τι εγώ δεν μπόρεσα ποτέ. Μήπως και καταλάβουν εμένα. Κατα βάθος δεν ξέρω άν τελικά είμαι τόσο διαφορετικός όσο νομίζω, πάντως το νομίζω, και ό,τι κάνω και ό,τι σκέφτομαι απο αυτό ξεκινάνε και σε αυτό καταλήγουν. Όλοι είναι διαφορετικοί ή ξεχωριστοί με τον τρόπο τούς, αλλά εμένα μου φαίνεται ότι εγώ είμαι μια εξαίρεση σε έναν άδικο κανόνα. Άδικος μου φαίνεται εμένα, πάλι. Στους άλλους απλά έτσι είναι, γιατί ποτέ δέν τον αμφισβήτησαν τόσο, ή δεν το σκέφτηκαν τόσο. Πιό πολύ καιρό ξοδεύω να αναλογίζομαι και να σκέφτομαι τη ζωή παρά να την ζώ. Και αυτό, απο καθαρά προσωπική εμπειρία, είναι θλιβερό. Θυμάμαι στο σχολείο τα κορίτσια λέγανε μια εξυπνάδα πολύ της μόδας «Η ζωή είναι σαν ντομάτα, ή την τρώς σαλάτα ή την τρώς στη μάπα.» . Δέν απέχει και πολύ απο την πραγματικότητα τελικά. Μία πραγματικότητα καθολική, όχι η δική μου. Μία πραγματικότητα που όλοι μπορούν να αντικρύσουν τον εαυτό τους και να δούν κομμάτια της ραμμένα πάνω τους. Για μένα δεν ισχύει αυτή η πραγματικότητα, την απορρίπτω με κάθε μου μόριο, κάθε σκέψη και πράξη και αίσθημα μου. Απο τη μία, είναι αυτό, το μόνο ίσως, που με κάνει ενδιαφέροντα, ή έτσι νομίζω εγώ. Το ότι εμμένω στο να πιστεύω ότι είμαι τραγικά διαφορετικός με κάνει κιόλας; Τελικά όχι, απλά εγώ το πληρώνω διπλά και τριπλά. Αγαπάω διπλά, πονάω διπλά, κλαίω διπλά. Και όλα τα άλλα δέν τα κάνω ποτέ. Δέν ελπίζω, δεν αναθαρρώ, δεν κοιτάω μπροστά, δέν σηκώνω το βλέμμα ούτε το ανάστημα μου, δέν μαθαίνω, απλά συνεχίζω να υπάρχω με τον ίδιο τρόπο, και αντιστέκομαι πεισματικά στην πραγματικότητα που τόσο αθέλητα με περιτριγυρίζει. Είναι όλα όσα φαντάστηκα και τίποτα μαζί. Έχει τόση ομορφιά εκεί έξω, την έχω γευτεί, την έχω μυρίσει, την έχω αισθανθεί την έχω ζήσει. Αλλά η απώλεια δέν έγινε συνήθεια μου, και δέν πρόκειται. Οι άνθρωποι, όπως καταλαβαίνω, ανατρέχουν στις μνήμες τους είτε απο νοσταλγία, είτε από αδυναμία, πάντως δεν ζούνε στο παρελθόν. Ζούνε εδώ, τώρα, και περιμένουν ένα αύριο, ένα οποιοδήποτε αύριο. Μάθανε να ζούν για ένα αύριο, με κάποιο κόστος. Εγώ αυτό το πλήρωσα διπλά και τριπλά, ή έτσι νοιώθω, αλλά δεν έμαθα τίποτα. Ίσως να μη μπορώ να μάθω, να μή θέλω. Δέν ξέρω άν βγάζω νόημα, αλλά δεν είναι αναγκαστικό αυτό πάντα, σωστά;Τι κάνει τους ανθρώπους να θέλουν να ζήσουν;Ένστικτο, σίγουρα. Αλλά αυτό που τους κάνει να χαίρονται, να ελπίζουν, να απολαμβάνουν όσο μπορούν το ότι είναι ζωντανοί; Αυτό τι είναι; Αυτή η διάθεση, αυτή η λαχτάρα, αυτό το χαμόγελο; Ή η αποφασιστικότητα, οι στόχοι, μικροί ή μεγάλοι, το αίσθημα της ευόδωσης, της ανταμοιβής; Αυτό τι είναι; Αυτό το έχω χάσει. Κάποτε το είχα, το θυμάμαι αυτό. Αλλά δέν μπορώ να το νοιώσω. Δέν μπορώ να το σκεφτώ. Μπορώ να θυμηθώ τον εαυτό μου να ξυπνάει πρωϊ και να ακούει μουσική, και να προσμένει την υπόλοιπη μέρα με χαρά, με αισιοδοξία. Εκείνο το αίσθημα ότι όλα είναι πιθανά, και όλα μπορούν να γίνουν. Κάποτε είχα στόχους, όχι πολύ μεγάλους, στόχους που πίστευα ότι μπορούσα να φτάσω. Και μπορούσα αλήθεια να τους φτάσω. Αλλά δεν πήγαν όλα όπως τα είχα προγραμματίσει, και βγήκα από το μικρό καβούκι μου σε ένα κόσμο που δεν ήμουν έτοιμος, για τον οποίο πρακτικά δέν ήξερα τίποτα. Και ενώ όλοι οι άλλοι προσπαθούν να προσαρμοσθούν, να μάθουν τη νέα κατάσταση, πάντα επειδή έχουν, ακόμα και άν δε το καταλαβαίνουν ή δέν το νιώθουν, την όρεξη για ζωή. Αυτή που απώλεσα νωρίς. Τελικά φταίω μόνο εγώ για μένα; Ναί. Όπως κι όλοι οι άλλοι. Ο καθένας είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του. Εγώ πάντως κυρίως για αυτόν δεν είμαι καθόλου υπεύθυνος. Αυτό φταίει; Αυτό φταίει που δε μπορώ να βάλω φωτιά σ’ό,τι με καίει, σ’ό,τι μου τρώει την ψυχή; Η αλήθεια είναι ότι είμαι αχάριστος. Θέλω να με αγαπάνε, και όταν αυτό δε συμβαίνει, μου φταίνε όλα, πάνω απ’όλα εγώ. Κρατιέμαι με νύχια και με δόντια σε πράγματα απο καιρό ξεχασμένα, όχι όμως απο μένα. Παίρνω εκείνο το παραπονιάρικο ύφος και ζητάω απεγνωσμένα αγκαλιά, στοργή. Κάποιον να με νοιάζεται. Κλαψουρίζω αντί να αντιμετωπίσω την κατάσταση. Αντί να παλέψω. Και δικαιολογώ τον εαυτό μου γιατί με λυπάμαι. Είμαι κατ’ουσία δειλός, οκνηρός και αδύναμος. Γίνομαι αυστηρός; Μπορεί. Έχει σημασία; Όχι. Αφου έν τέλει, κάθομαι και γράφω αυτό το γράμμα, λέτε να αλλάζει κάτι; Ή να κάνω κάτι να το αλλάξω; Μπά. Αφού δεν μπορώ, ή έτσι θέλω να πιστεύω, που είναι ακόμα χειρότερο, γιατί γίνεται εκνευριστικό, παράλογο, κουραστικό. Άν γνώριζα τον εαυτό μου δεν θα τον έκανα παρέα, θα τον θεωρούσα κακομοίρη. Τουλάχιστον να είσαι κακομοίρης, αλλά να μη το γνωρίζεις, δεν σε επηρεάζει πολύ. Αλλά να πιστεύεις ότι είσαι, είναι ότι χειρότερο.. Να μονολογείς σε ένα γράμμα που δέν ξέρεις γιατί το γράφεις; Μπορώ να σκεφτώ καλύτερους, πολύ καλύτερους τρόπους να περάσεις ένα απόγευμα. Όσο κοιτάω τον μονόλογο αυτό, τόσο εκνευρίζομαι, αλλά δε σταματάω. Εκνευρίζομαι γιατί κανονικά θα έπρεπε να με ξυλοφόρτωναν, ή κάπως να με φέρναν στα συγκαλά μου. Και εκνευρίζομαι γιατί περιμένω τη σωτηρία των άλλων, κάποιον άλλο να σηκώσει το δικό μου σταυρό. Δε σταματάω γιατί φαίνεται μου αρέσει. Ή γιατί δεν είμαι αλήθεια ικανός για τίποτα άλλο. Εγώ νομίζω είναι το δεύτερο, και αυτό φταίει για όλα τελικά. Απο σχετικά νωρίς κατάλαβα ότι σκέφτομαι πολύ, και περίεργα. Το χειρότερο είναι να σκέφτεσαι πολύ πάντως. Ζείς λιγότερο, και πιό δυστυχισμένα. Είναι το ίδιο δύσκολο για όλους; Ή μόνο για μένα; Τέτοιες ερωτήσεις καλό είναι να αποφεύγονται, γιατί η απάντηση είναι γνωστή. Και άν οι υπόλοιποι το παλεύουν, εγώ γιατί παραδίνομαι άνευ όρων; Γιατί τα παρατάω τόσο εύκολα; Γιατί ρωτάω τέτοιες ερωτήσεις; Ξεπούλησα και όνειρα, και την ψυχή μου, και τον εαυτό μου, και δέν άλλαξα, δέν βελτιώθηκα, δέν κέρδισα τίποτα. Μόνο σακατεύτηκα κι άλλο. Λένε πως δεν πειράζει να πέφτεις, πρέπει να πέφτεις, και όσο πιο δυνατά θα πέφτεις, τόσο πιο γρήγορα θα σηκώνεσαι. Έτσι χαλυβδώνεσαι, και γίνεσαι δυνατός. Και έτσι μπορείς να αντέξεις τη ζωή, και όχι μόνο αυτό, αλλά να την ευχαριστηθείς κιόλας. Δέν ξέρω άν όλοι μπορούν. Πάντως εγώ δεν είμαι διατεθειμένος να πληρώσω αυτό το αντίτιμο. Δέν το κάνω, απλά. Γκρινιάζω και κλαίω, αλλά δεν σηκώνομαι. Δεν νοιώθω ότι μπορώ. Δέν το πιστεύω. Και δεν υπάρχει τίποτα πιά να το πιστέψω. Ξέρω ότι είναι λάθος μου, το ξέρω γιατί έχω ζήσει το πώς είναι να ζείς, και ξέρω ότι δεν πρόλαβα να δώ τίποτα, και ξέρω ότι μόνο να χάσω έχω με το να μη ζώ. Αλλά αυτή η εύκολη λύση, υπόσχεται τέτοια λύτρωση.. Σταματάς να σκέφτεσαι, να αισθάνεσαι, σταματάνε όλα. Το παιχνίδι τελειώνει εκεί, και όσο κράτησε κράτησε. Είναι δύσκολο να πάς μπροστά, είναι αδύνατο να πάς πίσω, αλλά είναι εύκολο να σταματήσεις. Να πάρεις μια βαθιά ανάσα, να σκεφτείς τι πέρασε και τι είναι να έρθει, και να σταματήσεις γιατί δεν πρόκειται να έρθει τίποτα όσο δέν κάνεις κάτι γι’αυτό, όσο δεν προσπαθείς, όσο δεν αγωνίζεσαι. Ε λοιπόν ναι, δέν μπορώ να αγωνιστώ, δέν θέλω, βαριέμαι, νοιώθω τόσο κουρασμένος, αποκαμωμένος, απο όλα, πρωτίστως απο μένα. Ακούγεται κλισέ; Μπορεί να είναι, έτσι νοιώθω. Ολοι τα ίδια λένε, όλοι τα ίδια νοιώθουν; Δεν μιλάω για τους άλλους, μιλάω για μένα.Είμαι τόσο φοβητσιάρης, τόσο που δεν έχω γνωρίσει άλλον τόσο φοβητσιάρη. Μπορεί να υπερβάλλω, αλλά πάλι τι περιμένατε απο μένα; Κοιτάω τον καθρέφτη και δεν θέλω να του ρίξω μπουνιά, τον λυπάμαι. Μόνο αυτό, τίποτα άλλο. Όχι μίσος λύπηση. Γιατί; Έτσι. Γιατί έτσι ξέρω, έτσι μου βγαίνει. Πώς είναι άραγε να είσαι φυσιολογικός; Και δέν εννοώ να είσαι εντάξει με τον εαυτό σού. Δέν νομίζω να υπάρχουν πολλοί που να είναι. Απλά να μήν τα έχεις παρατήσει απο το παιχνίδι φτάνει. Η προσπάθεια μετράει, ο αγώνας. Παραμιλάω για όλα αυτά, ξανά και ξανά, σαν να περιαυτολογώ, μόνο που με θάβω. Είναι σαν να είμαι ψωνισμένος με ένα αρνητικό φάντασμα του εαυτού μου που εφηύρα για να προκαλώ τον οίκτο, αντί για τη συμπάθεια, τον θαυμασμό, την φιλία, την αγάπη.Τώρα βγάζω νόημα; Έχει σημασία, γιατί άν καταλάβετε, μπορεί να με λυπηθείτε. Και τότε θα νιώθω ότι με συμπονάνε. Δέν θα έχει αλλάξει κάτι, αλλά θα έχω κερδίσει τη συμπάθεια σας, τον οίκτο σας. Γράφω και στο β’ πληθυντικό, όχι γιατί έτσι γίνεται, αλλά επειδή όντως απευθύνομαι σε παραπάνω απο έναν. Θα ήθελα να μπορώ να τα σβήσω όλα, και να ξεκινήσω απο την αρχή, να τα πάρω όλα απο την αρχή ένα ένα, να μου δίνοταν μια δεύτερη ευκαιρία κατα κάποιον τρόπο, αλλά έχω την αίσθηση ότι θα έκανα ακριβώς τα ίδια λάθη, και θα κατέληγα ακριβώς στο ίδιο σημείο. Μοιρολατρεία, ναι. Γιατί άν μπορούσα να είχα κάνει κάτι, θα το είχα κάνει. Πολύ βολικό, ναί. Είπαμε, οκνηρός. Και δειλός. Μακάρι να μπορούσα να ζώ σε μια παραζάλη συνεχώς, να θυμάμαι μόνο ότι θέλω, και να το ζώ σάν πραγματικό. Να φαντάζομαι αυτά που θα έρθουν, να κλείνω τα μάτια και να ζώ το φανταστικό μου μέλλον. Να γιατί δε μου αξίζει τίποτα, γιατί νοιώθω ότι ήδη έδωσα πολλά, ενώ στην πραγματικότητα δεν έδωσα τίποτα, και περιμένω να μου απλωθούν στα πόδια όλα. Είμαι άπληστος, να τι είμαι. Έχω μάθει να δίνω λίγα, να ζητάω πολλά και να παίρνω ακόμα λιγότερα. Και δε θέλω να αλλάξω. Φοβάμαι, βαριέμαι, και τα δύο. Αποφεύγω την πραγματικότητα και ζώ στο δικό μου κόσμο, μονίμως. Σε έναν κόσμο που είμαι όλα τα κακά του κόσμου μαζί, και έχω στρέψει όλη την καταστροφική μου μανία σε μένα. Και ζητάω λίγη στοργή και μιά ζεστή αγκαλιά, για να την μολύνω και να την παρασύρω στην ατονία. Όχι, αυτό τουλάχιστον το έμαθα. Αυτό δέν πρέπει να ξαναγίνει, όχι ότι φανταζόμουν ποτέ ότι θα γινόταν. Πολλά πράγματα δεν τα φαντάζεσαι και γίνονται, μια διαπίστωση γλυκόπικρη, εννίοτε ακριβή. Θα ήταν άδικο να πώ ότι δέν με αγάπησαν, ή ότι μου φέρθηκαν άδικα. Όλοι ήταν δίκαιοι αληθινοί και πραγματικοί απέναντι μου. Εγώ δέν ήμουν εντάξει με εμένα. Οπότε δεν φταίει κανείς, εκτός απο εμένα. Γιατί όλοι οι άλλοι παίξανε τον ρόλο τους όπως θα έπρεπε, εγώ ήμουν αυτός που δεν του αρέσανε οι κανόνες. «Ήρθα εδώ για να υποφέρω, να αγαπήσω, και να χαθώ». Δέν είναι απλά στίχοι αυτοί, είναι σαν ακτινογραφία μου. Είναι σα να γράφτηκαν για μένα. Να παρηγορηθώ γνωρίζοντας ότι κι άλλοι νιώθουν έτσι; Όχι, τι νόημα έχει. Και άν είναι ακόμα ζωντανοί αυτό δε σημαίνει ότι ζούνε. Μπορεί ναί, μπορεί όχι. Εγώ δε μπορώ. Μένω σε τέτοια λόγια. Και κάθε στιγμή φαντάζομαι πώς θα ήταν αλλιώς τα πράγματα, πώς θα μπορούσε να είναι όπως θα ήθελα να είναι. Και με πιάνουν μόνο δάκρυα. Για έναν αγώνα μακριά χαμένο απο καιρό. Σκέφτομαι τα πιο τρελά σενάρια, και ονειρεύομαι άδικα αυτά που έχω καταδικάσει σε μελλοντική ανυπαρξία. Και ξαναπαίζω τις ίδιες ταινίες στο μυαλό μου, με διαφορετική σειρά, για τον ίδιο σκοπό. Για να με τιμωρήσω και να με μισήσω περισσότερο. Να εξαφανίσω κάθε ίχνος ελπίδας, να το πάρω απόφαση, και να χαθώ, ίσως μόνο και μόνο για να νοιώσω ότι θα λείψω σε κάποιον. Δέν γίνεται να λογικευτώ πιά, ούτε να διορθωθώ, δεν έχω τη θέληση. Θέλω μόνο να κάνω μια θεαματική έξοδο, και με πειράζει το ότι δε θα είμαι εκεί να κοιτάω.. Άν και αυτό το έχω φανταστεί πολλές φορές. Αλλά τότε απλά θα γινόμουν κακός με σας. Θα έβγαζα πίκρα και δηλητήριο, μόνο και μόνο με το να είμαι εκεί και να σας βλέπω. Εσάς που είστε τόσο πραγματικοί, υπεράνθρωπα ανθρώπινοι μου φαντάζετε όλοι τώρα, που σας κατηγορώ για τόσα ενώ δεν έχετε κάνει τίποτα, και για όλα φταίω μόνο εγώ, μόνο και μόνο εγώ, που δεν κατάλαβα νωρίτερα αυτό που είναι τόσο φυσικό. Ότι έτσι είναι η ζωή. Και δεν αλλάζει για κανέναν, ούτε για μένα. Και άν εγώ δεν μπορώ, αυτή θα συνεχίσει χωρίς εμένα. Και μαζί της όλοι οι άλλοι. Αυτός είναι ο δυσβάστακτος και ανυπέρβλητος κανόνας της. Μόνο αυτός υπάρχει τελικά. Και δεν είναι τόσο άσχημα αν το δεχτείς. Ότι θα έρθεις, θα αγωνιστείς, θα πονέσεις, θα χαρείς, θα ζήσεις, και θα πεθάνεις. Ε όλο αυτό είναι κουραστικό. Μόνο που δεν έχω κουράγιο για αυτό το τελευταίο βήμα. Γιατί ένα μέρος του εαυτού μου λυπάται τόσο για μένα, για αυτά που θέλω να πετάξω, και προσπαθεί να με κρατήσει ζωντανό, με την ελπίδα ότι κάτι θα αλλάξει, δε μπορεί. Όσο όμως δεν αλλάζει τίποτα, και όσο υποφέρω απο μένα τον ίδιο, τόσο θέλω να το ξεριζώσω αυτό το κομμάτι και να σταματήσω εδώ, όσο είναι καιρός, όσο αντέχω και κρατιέμαι στα λογικά μου, όσο μπορώ να πώ ότι τα έχω ακόμα. Γιατί ότι βλέπω γύρω μου, του δίνω σημασία, αξία, θύμηση, όλα κάτι θυμίζουν, κάτι που τώρα λείπει. Κάτι που θεωρούσα δικό μου, αληθινό, και που τώρα μοιάζει να μην έγινε ποτέ σε μένα, μοιάζει μια ανάμνηση απο όνειρο, απο ταινία. Ε ναί, έτσι πρέπει να είναι αυτά, αλλά δε πρέπει να μένουμε εκεί. Ο κόσμος είναι θαυμαστό, τεράστιο, και αναπάντεχο μέρος. Ο δικός σας κόσμος. Γιατί στον δικό μου δε χωράω καλά καλά εγώ. Θα ήθελα να ζούσα ολόκληρη τη ζωή μου σα διακεκομμένες στιγμές απο κάποιο τραγούδι, να ζώ ξανά και ξανά τους στίχους του, κάθε φορά σα να συνέβαιναν όλα για πρώτη φορά.. Είμαι ανήμπορος πιά για κάτι, για οτιδήποτε. Όλα φαίνονται τόσο μάταια, ενώ ξέρω ότι δεν είναι. Όλα μεταμορφώνονται σε τεράστια τείχη, ενώ ξέρω ότι δέν είναι έτσι..
Στην πορεία έμαθα και άλλα πράγματα. Έμαθα να ζώ με τον πόνο, το αίσθημα της μοναξιάς. Έμαθα να μη δακρύζω. Αλλά όλο και κάποιο βράδυ, σπάω. Δέν ξέρω άν εγώ ζητάω πολλά απο μένα, πάντως μάλλον ζητάω πολλά από τους άλλους. Ζητάω απεγνωσμένα την αγάπη τους. Ζητάω τον πόνο τους σαν ανταμοιβή για τον δικό μου πόνο. Ζητάω να πονάνε μαζί μου, όχι να χαίρονται. Και γύρω μου βλέπω μόνο πόνο, θλίψη, οργή, κατάντια, μιζέρια. Δέν ξέρω άν είναι αλήθεια έτσι, αλλά σίγουρα δέν είναι όλα ρόδινα, ούτε κάν φυσιολογικά δέν θα τα χαρακτήριζα. Ποιός είναι ικανός να βουτήξει στο πηγάδι της ψυχής μου και να βρεί τί είναι αυτό που την μολύνει και να του βάλει φωτιά; Κανείς. Ειδικά εγώ. Κανείς δέ μπορεί να κάνει τίποτα, κανείς ποτέ δέ θα μπορούσε να κάνει τίποτα. Δέν είναι απεγνωσμένα αυτά τα λόγια, είναι η ρημάδα η αλήθεια, την οποία οι άνθρωποι αποστρέφονται όπως ο διάολος το λιβάνι, γιατί μερικές φορές είναι το μόνο που μπορούν να κάνουν για να συνεχίσουν να ζούν. Δέν τους πέρασε πότε απο το μυαλό ότι ίσως δε θα έπρεπε να ζούν. Ότι η αλήθεια είναι πιό σημαντική και πιό δυνατή απο την ίδια τους τη ζωή. Όχι ότι τους κατηγορώ γι αυτό. Άραγε θα θυμάται κάποιος τ όνομα μου; Της ζωής μου τα εξαίσια φεγγάρια; Υπήρξα κάποτε. Δέν μπορώ να ξέρω πότε σταμάτησα να υπάρχω. Τα φαντάσματα πάντως είναι νεκρά, απλά δεν το έχουν πάρει απόφαση. Αυτό συμβαίνει και με μένα.
Γιατί σκέφτομαι έτσι; Γιατί μιλάω έτσι; Γιατί κάνω λές και ήρθε το τέλος του κόσμου; Γιατί τελειώνουν όλα εδώ; Για ένα λόγο που δέ θα καταλάβετε ποτέ όσοι δέν ήρθατε απο το δικό μου δρόμο. Ναί, σίγουρα οι άνθρωποι εκεί έξω υποφέρουν, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι έχω λόγο να είμαι ευτυχισμένος. Ευγνώμων ναί. Όχι όμως ευτυχισμένος. Σε καμία περίπτωση. Τι είναι ευτυχία; Πάρτε ένα κομμάτι της ψυχής μου και θα δείτε μια ανάμνηση της. Την έχω ζήσει, αλλά για λίγο. Και δέν ξέρω τι έκανα για να το αξίζω να την χάσω, αλλά την έχασα. Ίσως δέν είμαι φτιαγμένος κάν για να την ζήσω. Ίσως η ζωή μου να είναι αυτό ακριβώς, μιά ζωή που δέν θα ζήσει την ευτυχία. Κι άλλοι άνθρωποι το παθαίνουν αυτό, αλλά δέν το καταλαβαίνουν όλοι, ούτε το παίρνουν τόσο βαριά. Και είναι τέτοια η αυτοσυντήρηση τους που απλά συνεχίζουν, επειδή δέν ξέρουν τί άλλο να κάνουν, ή επειδή φοβούνται. Θα ήταν ψέμα να πώ ότι δέν φοβάμαι το θάνατο, ή καλύτερα την απώλεια της ζωής. Αλλά είμαι πολύ ευαίσθητος μαλάκας για να συνεχίσω να υπάρχω σε ένα τέτοιο κόσμο. Θα μου πείτε ο κόσμος μιά ζωή έτσι ήταν. Τότε θα σας πώ ότι καλύτερα να μήν είχα ζήσει ποτέ. Θα μου πείτε ότι τα παραλέω και ότι η ζωή αξίζει να την ζείς. Για τα τόσα ωραία και απλά πράγματα. Αυτό το λέτε γιατί δεν έχετε χάσει τις αισθήσεις και μπορείτε και ζείτε και βιώνετε αυτό που είναι εκεί έξω, αυτό που περιμένει τον καθένα από σάς. Είτε είναι καλό είτε είναι κακό. Ε, χάρισμα σάς. Δεν μπορώ να περιμένω αιώνια την σωτηρία από εσάς, ούτε μπορώ να σώσω τον εαυτό μου. Δε μου μένει παρά να αφεθώ στην κρίση του Κυρίου, και να ελπίζω να είναι αυτός τουλάχιστον φιλεύσπλαχνος, πιό πολύ απο μένα, πιό πολύ από τους άλλους, αλλά ειδικά πιό πολύ από μένα. Άν ήμουν εγώ θα με έστελνα σε μια κόλαση χειρότερη από την ίδια τη ζωή μου, έτσι για να μάθω να σφετερίζομαι την Γή της Επαγγελίας πρίν το τέλος του κόσμου. Το μυαλό μου έχει αναλωθεί από αυτή μου την αυτομαστίγωση. Να ήξερα γιατί το κάνω, τί με ωθεί να με τιμωρώ. Ίσως φταίει το ότι δε θέλω να πληγώσω ούτε να κατηγορήσω κανέναν. Σαν ηλίθιος με τιμωρώ με το να με μισώ, τελικά όσο τίποτα. Και όσο και να θέλετε να μου αποδείξετε οτι δέν υπάρχει λόγος, δε γίνεται αλλιώς. Με τί και πώς να λυτρωθώ απο μένα τον ίδιο; Αν αυτό δεν είναι ακόμα τρέλα, θα με οδηγήσει εκεί, θα με βουλιάξει σε ένα βυθό που θα πνίγομαι κάθε λεπτό κάθε στιγμή. Σε τί να εναποθέσω τις ελπίδες μου, όταν τα πόδια μου είναι κομμένα, και τα φτερά μου καμένα από τον φώς των άλλων ανθρώπων. Άν είναι αμαρτία μία φορά να μη θέλω να ζώ, όχι έτσι, είναι αμαρτία δέκα φορές να μισώ τον εαυτό μου και γι αυτά που με κάνουν να μη θέλω να ζω και για τον ίδιο αυτό λόγο. Είναι εκατό φορές αμαρτία να σηκώνω αυτό τον σταυρό και κάθε μέρα να είναι χειρότερη από την προηγούμενη. Είναι χίλιες φορές αμαρτία να μήν κάνω τίποτα γι αυτό. Είναι χίλιες φορές μεγαλύτερη αμαρτία να τα ρίχνω στον εαυτό μου. Και είναι ακόμα μεγαλύτερη αμαρτία να με αφήνω να το υπομένω αυτό. Μακάρι να ήξερα τί σκέφτεστε όταν ξυπνάτε και τι πρίν κοιμηθείτε, πώς νιώθετε και τι όνειρα βλέπετε. Γιατί εγώ έχω ξεχάσει πώς είναι να είσαι κανονικός. Έχω ξεχάσει τις ισορροπίες, έχω ξεχάσει το μέτρο. Έχω παρασυρθεί σε μια δίνη. Υποφέρω με τί άλλο τρόπο να το πώ να το δείξω και να το φωνάξω; Ναί είναι κραυγές για βοήθεια, αλλά είναι κραυγές επί ματαίω, γιατί δέν μπορεί κανείς να βοηθήσει, όχι χωρίς να καταστραφεί στην προσπάθεια, ή να μαραθεί. Μπορώ να προκαλώ μόνο κακό, χωρίς να το θέλω άμεσα, σε μένα και στους γύρω μου και ειδικά σε αυτούς που αγαπάω. Δέν είμαι πολύ αυστηρός με τον εαυτό μου, όχι σε αυτό το θέμα. Βλέπω μόνο τα άσχημα, λέτε. Εσείς που βλέπετε τα όμορφα, τί όμορφο βλέπετε στην ψυχή μου να έχει απομείνει που δέν το έχω λιώσει με τα ίδια μου τα χέρια;
Θα μπορούσα να γράψω όλους τους στίχους από τα τραγούδια εκείνα που είναι σαν να τα γράψανε για μένα. Να που πάλι νομίζω ότι εγώ είμαι διαφορετικός, ότι μόνο εγώ νοιώθω έτσι. Δέν ξέρω τί κάνουν οι άλλοι, άν γράφουν τραγούδια, άν πίνουν, άν αυτοκτονούν, εγώ δε θέλω να κάνω τίποτα. Όπως είχε πεί ένας φίλος, “Κάντε ότι θέλετε, εμένα μή με μπλέκετε”. Κάντε ότι θέλετε λοιπόν, εμένα μή με μπλέκετε. Αφήστε με απ έξω, μήπως αφήσω και μένα απ έξω καμιά μέρα. Όλοι αυτοί που γράφουν τέτοια γράμματα δέν θέλουν στ αλήθεια να αυτοκτονήσουν. Αυτοί που πραγματικά θέλουν να αυτοκτονήσουν το κάνουν, χωρίς πολλά πολλά. Γράφουν ένα “δέ μπορώ άλλο” και μας αποχαιρετούν. Και μετά έρχονται όλοι οι άλλοι να κρίνουν βιαστικά και να τον κατηγορήσουν ώς βλάκα. Όπως όλοι αυτοί που προσπαθούν να μεταπείσουν τους αυτόχειρες, οι “ειδικοί”. Τους θυμίζουν πόσο ωραία είναι η ζωή, πώς τα πράγματα θα αλλάξουν, και συνήθως καταφέρνουν να τους μεταπείσουν. Τους λένε ψέματα, ή τουλάχιστον δέν τους λένε όλη την αλήθεια. Αλλά αυτό που συμβαίνει είναι ότι δέν μπορούν να τους πούν την αλήθεια, γιατί δέν είναι ίδιες οι αλήθειες τους. Δέν ζούμε στον ίδιο κόσμο, όπως και να ακούγεται αυτό. Πιό πολύ σαν φάντασμα μπαινοβγαίνω στον δικό σας κόσμο. Κι όμως αναπνέουμε τον ίδιο αέρα, βλέπουμε τον ίδιο ήλιο. Μόνο που εσείς ζείτε αλλού, κάπου που αντέχετε να ζείτε. Ή τουλάχιστον το υπομένετε ή το υποφέρετε. Εγώ δέν το αντέχω, ούτε το υπομένω. Θέλω να κλείσω τα μάτια μου και να ξεκουραστώ, να κοιμηθώ ξανά και ξανά και να ξυπνήσω όταν θα μπορώ να είμαι ευτυχισμένος. Ακόμα και να με περιμένει στο επόμενο δρομάκι η ευτυχία, ακόμα και άν πρέπει να κάνω υπομονή μέχρι αύριο, δέν μπορώ να το κάνω πιά. Δέν έχω τη δύναμη, αλλά από την άλλη δέν έχω τη δύναμη να φύγω. Το ότι είμαι κλαψομούνης, ή το ότι κατηγορώ τον εαυτό μου ώς τέτοιο χωρίς να είμαι (πού δέν το νομίζω) είναι δράμα. Καλύτερα να ήμουν, παρά να κατηγορώ τον εαυτό μου κιόλας με τόση βεβαιότητα. Τελικά δέν θέλω μια αγκαλιά και λίγη στοργή. Τα θέλω όλα γιατί είμαι ένα κακομαθημένο που περίμενε η ζωή να του χαριστεί, περίμενε ότι η ζωή του θα ήταν αλλιώς. Το σόκ αυτής της συνειδητοποίησης δέν το ξεπέρασα, ποτέ. Δέν βλέπω λόγο να το ξεπεράσω. Όλο αυτό είναι πολύ μεγαλύτερο απο μένα. Είναι τόσο τεράστιο στα μάτια μου που γεμίζει τα πάντα, τα καταπνίγει, τα κάνει να χλωμιάζουν μπρός στη σύγκριση. Όλα απομυθοποιούνται και παίρνουν μία τιμή, γίνονται απόλυτα. Και είναι τόσο απόλυτα μικρά που δέν αξίζουν στην τελική. Δέν έχει να κάνει πιά με το άν με αγαπάνε ή όχι, έχει να κάνει με το άν έχω θέση εγώ εδώ. Πολύ απλά δέν το πιστεύω. Για την ακρίβεια παλέυω με νύχια και με δόντια να μήν το πιστεύω, και θα υπερασπιστώ αυτό που νομίζω ώς δικαίωμα μου να μήν το πιστεύω. Θα σκοτώσω προκειμένου να το αποδείξω. Αυτοκαταστρέφομαι τόσο τραγικά προσπαθώντας να προκαλέσω τον οίκτο, ή απλά το κάνω γιατί αυτός είναι ο προορισμός μού; Κανείς δε με ξέρει αρκετά ώστε να καταλάβει τι γίνεται. Ένα μέρος μου ίσως ακόμα πιστεύει ότι περνάω μια πολύ εκτενή και μεγάλη χρονικά φάση (γύρω στα 70 χρόνια). Ένα άλλο πιστεύει ότι πρέπει να το υπομένω μέχρι να βρώ τις άμυνες να το ξεπεράσω, και να γίνω αυτό που θα ήθελα, χωρίς να με μισώ. Αυτό το μέρος μικραίνει μέρα με τη μέρα. Είναι άδικο να κατηγορώ εμένα; Δέν είναι άδικο να κατηγορώ τους άλλους για αυτό που εγώ είμαι; Πρέπει να φταίει κάποιος; Αυτό νομίζω κάνουν οι περισσότεροι και την βγάζουν καθαρή, χωρίς τύψεις ή μεταμέλειες, αυτό κάνουν και κοιμούνται τα βράδια. Προστατεύουν το δικαίωμα τους στη ζωή, με το να χαρίζονται στον εαυτό τους, να του επιτρέπουν λάθη, παραλείψεις κακίες. Αποδέχονται την ανθρώπινη φύση τους. Λές και δέν είμαι άνθρωπος και πρέπει να με κρίνω και να με βλέπω αλλιώς. Όλα είναι εκεί έξω, όλα. Δικά μου θα μπορούσαν να ήταν. Εγώ όμως τα αρνούμαι, σαν αιματοκυλισμένη κληρονομιά. Μπορεί και να είναι αλήθεια μετά οι κατάρες. Σε κηνυγούν μέχρι να παραδοθείς στο έλεος τους, και εκεί που νομίζεις ότι θα ησυχάσεις, τότε είναι που κάνουν την δουλειά τους. Δέν πειράζει άν δέν πιστεύετε στις κατάρες. Και εγώ κάποτε πίστευα στους ανθρώπους. Δέν νομίζω ότι μπορώ να το κάνω αυτό πιά. Το λέω συχνά το δέν νομίζω . Δέν είναι κυριολεκτικό. Τρόπος του λέγειν είναι. Δέν θα έλεγα, είμαι σίγουρος . Για λίγα πράγματα μπορείς να είσαι σίγουρος, π.χ. Ο θάνατος είναι κάτι σίγουρο και αναπόφευκτο. Η ζωή απο την άλλη δέν είναι σίγουρη, και άν πραγματικά το θές την αποφεύγεις.
Ναί, μου αρέσει να ακούω το Θέμεθλο. Γιατί νοιώθω σωστά. Νοιώθω εκεί που ανήκω. Νοιώθω ότι με καταλαβαίνει κάποιος, έστω και άν είναι λάθος μου αυτό. Δέν είπα ότι δέν με καταλαβαίνει κανείς, απλά το ότι με καταλαβαίνουν δέν αλλάζει πολλά πράγματα. Ειδικά άν με καταλαβαίνουν αλλά αδυνατούν να κάνουν κάτι. Γιατί για να κάνεις κάτι πρέπει να μοιραστείς τον πόνο, την πίκρα, τις αδυναμίες μού, το ότι νοιώθω διαφορετικός, είμαι διαφορετικός, μιλάω αλλιώς, σκέφτομαι αλλιώς. Και αυτό δέν το κάνεις εκτός και άν έχεις κάνει ευχή να πεθάνεις. Μπορεί να νιώσεις άσχημα για μένα, υπεύθυνος, ή να σκέφτεσαι ότι άν ήταν αλλιώς τα πράγματα, ή άν είχε γίνει κάτι ή δέν είχε γίνει κάτι θα άλλαζε, θα μπορούσες να βοηθήσεις πραγματικά, θα ήμουν αλλιώς μετά, θα ήταν όλα αλλιώς μετά. Δέν είναι τυχαία τα πράγματα στη ζωή, αλλά ούτε και τα ελέγχουμε όλα. Τα πράγματα γίνονται, είναι ορισμένα να συμβούν. Γνωστά, όχι σε εμάς. Δέν φταίει κανείς, δέν ξέρω άν φταίω εγώ, πάντως δε πιστεύω ότι φταίει κανείς. Ήταν γραφτό φαίνεται. Ναί μου αρέσει μια ηλιόλουστη μέρα, μιά βόλτα στο βουνό, η θάλασσα. Πολλά άλλα πράγματα. Πρόλαβα να μάθω πώς μπορεί να είναι όμορφη η ζωή, γι αυτό σπάζομαι που δέν μπορώ να την χαρώ. Γιατί δέν μπορώ ούτε να αλλάξω τη μοίρα μου, ούτε να τη δεχτώ. Γι αυτό θα μείνω εδώ να γκρινιάζω και να καίω την ψυχή μου, ζηλεύοντας τα αυτονόητα, κατηγορώντας εμένα, και να ακούω το “Όλα αυτά που δέ θα δώ”. Ίσως άν.. Αλλά δε γίνεται να ζείς με υποθέσεις, άν και θα το ήθελα. Θα το προτιμούσα. Πόσο αλλιώτικα είναι τα πράγματα απο έξω, και πώς είναι απο μέσα. Όλα έχουν να κάνουν με το πώς τα αντιλαμβάνεσαι εσύ. Έτσι κι αλλιώς η πραγματική φύση των πάντων, δέν είναι γνωστή σε κανέναν.
“Χρειάζομαι μέρες που να εκτείνονται στις νύχτες σου”, και τόσα άλλα πράγματα που δέν γίνεται να έχω, γιατί κάποια πράγματα απλά είναι μεγαλύτερα απο σένα.
Σ ευχαριστώ ακόμα μια φορά, και συγγνώμη σε όσους την αξίζουν. Εσύ την αξίζεις.
Εγώ δεν σας κατάλαβα, ελπίζω εσείς να μπορέσετε και να με συγχωρέσετε.

Συγνώμη, αλήθεια. Είναι το μόνο που μπορώ να πώ και να κάνω τώρα.»

soloaid


Ποιος είμαι: Δεν το ξέρω. Δεν ψάχνω μέσα στην ανάγκη, στο κενό, μα σ' έναν πόθο που όλο μεγαλώνει. Το κενό ψάχνει για οποιαδήποτε φωνή για να γεμίσει, για οποιαδήποτε μορφή να διώξει το σκοτάδι. Το κενό μας φέρνει πλήθη και σκιές που αναπληρώνονται εύκολα. Η ολοκλήρωση μας φέρνει έναν φίλο, μοναδικό, α-ναν-τι-κα-τά-στα-το. Δεν είμαι τόσο άδειος όσο πριν. Έχω τη θάλασσα, τον άνεμο, τη μουσική και τα βιβλία, τη δύναμη και τις χαρές του μέσα, και τη νύχτα. Δεν είναι ανάγκη η φιλία πια, αλλά πανηγύρι. Δεν είναι ιεροτελεστία, αλλά πραγματικότητα. Δεν είναι απαίτηση, αλλά προτίμηση. Η φιλία είναι εσύ κι εγώ -και ονειρεύομαι πολύ. Θα είμαστε φίλοι; Πέρα από ανάγκη. Ποιος είμαι; Δεν το ξέρω. Ποιος είσαι; Θέλω να μάθω. Δεν είπαμε τα κάλαντα μαζί, δεν πήγαμε στο ίδιο το σχολείο. Δεν είμαστε από την ίδια πόλη, τον ίδιο Θεό, ούτε καν τον ίδιο κόσμο. Δεν υπάρχει ρόλος για να παίξουμε, ασφάλεια να προσφέρουμε, δέσμευση να κάνουμε. Δεν περιμένω απάντηση καμιά έξω απ' την παρουσία σου, τα μάτια σου, εσένα. Η φιλία είναι λεύτερη, κυλάει, είναι σπάνια. Δεν θέλει ερεθισμούς, είναι ερεθισμός η ίδια. Εμπιστεύεται, καταλαβαίνει, αναπτύσσεται, εξερευνά, χαμογελάει και κλαίει. Δεν κρεμιέται ούτε εξουθενώνει, δεν περιμένει ούτε απαιτεί. Είναι - και αυτό είναι αρκετό - και ονειρεύεται πολύ. Θα είμαστε φίλοι;